Με δάκρυα στα μάτια μίλησε στο Open και τον Μίλτο Σακελλάρη ένας κάτοικος από το Κιοτάρι Ρόδου που είδε την περιουσία του να γίνεται στάχτη από την μεγάλη και καταστροφική φωτιά.
Ο κ. Νεκτάριος, κάτοικος της περιοχής διατηρούσε κατάστημα με τουριστικά είδη. Καταγγέλλει πως δεν υπήρχε συντονισμός ούτε για τη φωτιά ούτε για την απομάκρυνση του κόσμου, με τουρίστες να κοιμούνται μέχρι και στον δρόμο πριν τους ανοίξουν οι κάτοικοι τα σπίτια τους.
Όπως περιγράφει: «Όλοι ήμασταν εδώ, δεν αφήσαμε την περιοχή. Άλλοι μας αφήσανε μόνους μας. Δυστυχώς, το κράτος πρέπει από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο να παραιτηθούν όλοι. Λέγανε τα κανάλια ότι επιχειρούν 14 καναντέρ. Υπήρχε ένα ελικόπτερο μόνο το πρωί, μετά γίνανε δύο και μετά στις 5 φύγανε τα πάντα. Σταματήσανε οι επιχειρήσεις δεν ξέρω για ποιον λόγο και αφού ήρθε το σκοτάδι σταματήσανε τα πάντα.
«Θα έπρεπε να ντρέπονται», λέει ξεσπώντας.
Και συνεχίζει: «Η πορεία της φωτιάς ήταν πολύ μακριά από μας. Η οργάνωση από τους εθελοντές ήταν άψογη, η Πυροσβεστική έκανε ότι μπορούσε αλλά τα πράγματα ήταν ανεξέλεγκτα. Δεν υπήρχε συντονισμός δεν υπήρχαν μηχανήματα, δεν υπήρχαν ελικόπτερα, δεν υπήρχε τίποτα. Η φωτιά έσβησε στη θάλασσα και ο κόσμος έτρεχε να σωθεί μαζί με τα παιδιά του. Εμείς προλάβαμε και φύγαμε με την οικογένεια και πήγαμε στη θάλασσα».
Υπογραμμίζει πως: «Όλους τους τουρίστες τους φιλοξενήσαμε στα σπίτια μας. Πολωνούς, Γερμανούς… Γιατί δεν υπήρχε κέντρο φιλοξενίας, μια ανοργανωσιά. Θα έπρεπε να ντρέπονται όλοι αυτοί που κυβερνάνε. Πολύς κόσμος έχει πάρει στα σπίτια του κόσμο και τον τάισε και τον κοίμισε. Τα παιδιά κοιμόντουσαν πάνω στα τσιμέντα και τους δρόμους».
Και καταλήγει: «Την φυσική καταστροφή ποιος θα την πληρώσει; Ποιος θα ξαναγίνουν αυτά; 100 ετών δέντρα. Μαγαζιά, επιχειρήσεις, ξενοδοχεία, πώς θα ξανανοίξουν αυτά;».