17 Νοεμβρίου 1991 και σε ένα διαμέρισμα στην Ιερά Οδό ξετυλίγεται το κουβάρι μια στυγερής δολοφονίας. Το θύμα βρέθηκε σφαγμένο με 30 μαχαιριές μέσα σε μια λίμνη αίματος. Η 63χρονη, καθαρίστρια στο επάγγελμα, εντοπίστηκε νεκρή στη κουζίνα της, όταν η φίλη της ειδοποίησε την αστυνομία ότι κάτι κακό συμβαίνει στο διαμέρισμα, αφού η 63 δεν απαντάει στα τηλεφωνήματα, κάτι που δεν συνήθιζε.
Η αστυνομία ανταποκρίνεται στις εκκλήσεις της φίλης της αλλά βρίσκει τη πόρτα κλειδωμένη και χωρίς ένταλμα δεν μπορεί να εισέλθει στο διαμέρισμα. Μια γειτόνισσα καταθέτει ότι το πρωί άκουσε καυγάδες και σπασίματα και μετά από λίγες ώρες παρουσία του αδελφού της 63χρονης εισέρχονται στο διαμέρισμα και αντικρύζουν το πτώμα της άτυχης γυναίκας.
Στο πάγκο της κουζίνας βρέθηκε ένα δελτίο Λόττο που κέρδιζε 400.000 δραχμές ποσό μεγάλο για την εποχή. Αμέσως η αστυνομία στρέφει την έρευνα σε πιθανή ληστεία που πήρε άσχημη τροπή για το θύμα.
Όμως η εξέλιξη ήταν εντελώς διαφορετική.
Μέσα στους υπόπτους που κλήθηκαν για ανάκριση ήταν και ο γιος της. Στη πρώτο κάλεσμα αφέθηκε ελεύθερος, αλλά στη δεύτερη ανάκριση έσπασε και αποκάλυψε τη στυγερή δολοφονία.
Ο 28χρονος γιος της αποκάλυψε ότι πήγε σπίτι με σκοπό να της ζητήσει 5000 δραχμές δανεικά. Όταν αυτή αρνήθηκε ξεκίνησε ένας καυγάς, θόλωσε και το έγκλημα δεν άργησε να συμβεί.
Όμως η πραγματική αιτία δεν ήταν τα χρήματα. Όπως βγήκε στην επιφάνεια, ο γιος κρατούσε μέσα του θυμό πολλών ετών, αφού η μητέρα του τον κακοποιούσε από μικρό παιδί, με τους ξυλοδαρμούς να είναι καθημερινό φαινόμενο μέχρι και την ηλικία των 18.
«Το μόνο που θυμάμαι είναι το ξύλο. Με χτυπούσε συνέχεια, οκτώ φορές την ημέρα. Άλλος θα είχε γίνει φυτό. Δεν ξέρω γιατί με γέννησε η μάνα μου. Μου έδινε κάποια διατροφή και με άφηνε στα ορφανοτροφεία».
Συγκλονιστική ήταν και η δήλωση του μετά την δικαστική απόφαση.
«Ο σκοτωμένος δεν σκοτώνει. Κι εγώ είμαι ήδη νεκρός ψυχικά. Μη με ρωτάτε άλλο, πάει τελείωσε για μένα. Αισθάνομαι ένα κενό. Ούτε μετανιώνω, ούτε χαίρομαι, ούτε τίποτα»!